22 χρόνια μετά το εμβληματικό Jurassic Park, οι θανατηφόροι δεινόσαυροι επιστρέφουν στην μεγάλη οθόνη. Ο Steven Spielberg προσέφερε στο κοινό ένα διαχρονικό και πλέον κλασικό έργο που όχι μόνο σαγήνευσε εξαιτίας των εκπληκτικών εφέ, αλλά προβλημάτισε σε μεγάλο βαθμό, χάρη στη πολυεπίπεδη προσέγγιση του θέματος και των μοναδικών χαρακτήρων! Πραγματικά, ποιος μπορεί να ξεχάσει τον φοβερό Jeff Goldblum στον ρόλο του ιδιαίτερου Dr. Ian Malcolm ή το εξωπραγματικό αποτέλεσμα που είχαν τα animatronics του Stan Winston;
Στο Isla Nublar λειτουργεί πλέον το Jurassic World, ένα θεματικό πάρκο με εξωπραγματικές ατραξιόν. 22 χρόνια ύστερα από την πρώτη αποτυχημένη υλοποίηση του οράματος του John Hammond, το νησί είναι ένα πλήρως λειτουργικό πάρκο με δεινοσαύρους, που προσελκύει δεκάδες χιλιάδες τουρίστες την ημέρα. Παρ΄όλα αυτά φαίνεται να υπάρχει κάποια πτώση στα ποσοστά των τουριστών που επισκέπτονται το νησί τα τελευταία χρόνια. Σε μια προσπάθεια να προσελκύσει περισσότερο κόσμο, η εταιρία που έχει αναλάβει την λειτουργία του πάρκου, η In Gen, δημιουργεί ένα νέο είδος γενετικά τροποποιημένου δεινοσαύρου, τον Indominus Rex. Κανένας δεν γνωρίζει από ποια είδη δανείστηκαν στοιχεία για να δημιουργήσουν αυτό το νέο είδος, εκτός από τον επιστήμονα που το εμπνεύστηκε. Υπεύθυνη για την οργάνωση της λειτουργίας του πάρκου είναι η Claire (Bryce Dallas Howard), η οποία για τις επόμενες δύο μέρες θα πρέπει εκτός από τα καθήκοντά της να φροντίσει και τα δύο της ανίψια που την επισκέπτονται στο νησί. Όπως όμως ήταν αναμενόμενο κάτι πάει πολύ στραβά… ο μοναδικός που έχει την ικανότητα να αντιμετωπίσει το πρόβλημα που προκύπτει είναι ένας πρώην στρατιώτης του ναυτικού ο Owen (Chris Pratt). Υπάρχει όμως ένα βασικό πρόβλημα, η Claire και ο Owen δεν αντέχουν να βρίσκονται ο ένας κοντά στον άλλο.
Προκειμένου όμως να αντιμετωπιστεί το διαρκώς ανησυχητικότερο πρόβλημα που έχει προκύψει αυτοί οι δύο θα χρειαστεί να συνεργαστούν.
Σε καμία των περιπτώσεων δεν θεωρώ, ότι αυτή η συνέχεια είναι καλύτερη από την πρώτη, πολύ καλή ταινία. Ωστόσο δεν μπορώ κιόλας να πω, ότι δεν ενθουσιάστηκα. Με το που κάθισα στην θέση μου και είδα τον τίτλο της ταινίας στην οθόνη, βρέθηκα 7-8 χρόνια πίσω, τότε που πρωτοείχα δει το “Jurassic Park” και δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από την οθόνη. Είχα κατατρομάξει, γελάσει και κατευχαριστηθεί κάθε λεπτό. Και με αυτήν εδώ την ταινία ευχαριστιέσαι σε πολύ μεγάλο βαθμό, αλλά είναι άλλου είδους ευχαρίστηση και αυτό επειδή λείπει το σενάριο και η ωραία ανάπτυξη χαρακτήρων.
Δυστυχώς, ο Colin Trevorrow δεν κατάφερε να παραδώσει κάτι έστω στο ίδιο επίπεδο με το Jurassic Park. Βέβαια η συγκεκριμένη μου προσδοκία ήταν ομολογουμένως εξωπραγματική. Αυτό συνέβη, επειδή υπήρχαν φοβερά σεναριακά κενά και βασίστηκε στην δεδομένη επιτυχία που συνεπάγεται το όνομα του Jurassic Park. Όπως φάνηκε όμως, αυτό δεν αρκεί, εκτός κι αν ο σκοπός σου είναι να φτιάξεις μια διασκεδαστική, ρηχή και κάπως βιαστική ταινία. Σε καμία των περιπτώσεων δεν λέω, ότι βαρέθηκα ή ότι δεν διασκέδασα, αλλά το βάθος και οι προβληματισμοί, όταν υπήρχαν ήταν τόσο προφανείς και γελοίοι. Για τους λόγους αυτούς λοιπόν, θεωρώ, ότι ο βασικός τομέας, στον οποίο η ταινία πάσχει είναι το σενάριο. Όχι ότι υπήρχαν πολλά στοιχεία που ξεχώριζαν, αλλά το σενάριο και οι χαρακτήρες ήταν μακράν το μεγαλύτερο μειονέκτημα της.
Τέσσερις σεναριογράφοι, ο Rick Jaffa, η Amanda Silver, ο Colin Trevorrow και ο Derek Connolly, δεν κατάφεραν να δημιουργήσουν ούτε δύο καλούς χαρακτήρες. Στηρίχτηκαν υπερβολικά πολύ στην πλοκή και το στήσιμο των πρώτων ταινιών, γι’ αυτό και το Jurassic World ήταν εξαιρετικά προβλέψιμο και σχεδόν από την αρχή της ταινίας ήξερες τι θα συμβεί. Όλα έμοιαζαν πάρα πολύ εύκολα και βεβιασμένα. Ο χρόνος που αφιερώθηκε στην ανάπτυξη συγκεκριμένων σημείων του σεναρίου ήταν εγκληματικά πολύς. Γι’ αυτό εξάλλου και έπασχαν φοβερά σχεδόν όλοι οι χαρακτήρες. Ξεκινώ με την πρωταγωνίστρια, την Claire. Πρόκειται για μια εργασιομανή με πολλές φιλοδοξίες, η οποία μάλλον δεν έχει ιδέα τι σημαίνει ανθρωπιά ή υπευθυνότητα. Στο πρώτο μέρος της ταινίας παρουσιάζεται αδίστακτη
και αμετάκλητη, ενώ λίγα λεπτά μετά γίνεται ξαφνικά συμπονετική και έτοιμη να κάνει τα πάντα για να προστατεύσει την οικογένεια της και τους ανθρώπους στο νησί. Δεν λέω, ότι κάτι τέτοιο δεν γίνεται, ειδικά όταν σε έχει πάρει στο κατόπι ένας μεταλλαγμένος δεινόσαυρος σε ύψος πολυκατοικίας. Ωστόσο, δεν ζητάω τίποτα παραπάνω από το να δω την μετάβαση από την μια συναισθηματική κατάσταση στη
στην άλλη. Επίσης, τα ανίψια της, τα οποία είναι τα παιδιά που κινδυνεύουν σε αυτήν την ταινία, δεν έχουν λόγο ύπαρξης. Ο μόνος λόγος που αυτοί οι χαρακτήρες εμφανίζονται στην ταινία είναι
το γεγονός, ότι σε κάθε Jurassic ο δεινόσαυρος που τρέχει πέρα δώθε
στο νησί πρέπει να κυνηγήσει κι από ένα δύο παιδιά… έτσι να υπάρχει ποικιλία. Δεν προσφέρουν τίποτα στην ταινία και ειδικά ο μεγάλος αδερφός
κινείται στο όριο της ηλιθιότητας. Ο χαρακτήρας του Vincent D’Onofrio είναι απλά γελοίος. Δεν μπορώ να φανταστώ πόσο βαριούνταν, ώστε να φτιάξουν έναν «κακό» που μοιάζει με κακοφτιαγμένη καρικατούρα. Οι ιδέες του και οι σκοποί του είναι απλά τόσο ηλίθιοι και στην ιστορία αυτού του χαρακτήρα φάνηκε το πόσο αδέξια και πρόχειρα εκπονήθηκε το σενάριο. Ο μόνος χαρακτήρας που σώζει την ταινία είναι αυτός του Chris Pratt. Σκεφτείτε έναν συνδυασμό του Dr. Ian Malcolm και του Robert Muldoon… αυτός είναι ο Owen, ο ήρωας της ταινίας. Έτοιμος να πετάξει την ωραία ατάκα, αλλά και να αντιμετωπίσει κατάλληλα τις κρίσιμες εξελίξεις, είναι ο brutal αστείος και προσιτός γόης, που παράλληλα θα σώσει την όλη κατάσταση. Πραγματικά αυτή του η ερμηνεία έμοιαζε με παρατεταμένη οντισιόν για τον ρόλο του Indiana Jones (δεν νομίζω, ότι θα ταίριαζε καλύτερα κάποιος άλλος).
Προσωπική μου άποψη είναι, ότι η ταινία θα έπρεπε να ξεκινάει κατευθείαν με τον Pratt, θα έπρεπε δηλαδή να παραληφθούν τα πρώτα τριάντα λεπτά που χτίζουν θεωρητικά των χαρακτήρα της Claire και των ανιψιών της. Επίσης… Πραγματικά, ποιος θα βαριόταν να βλέπει δεινοσαύρους; Στην ταινία, το βασικό επιχείρημα που παρουσιάζεται υπέρ της δημιουργίας ενός νέου είδους δεινοσαύρου είναι, ότι ο κόσμος βαρέθηκε να βλέπει τα ίδια και τα ίδια. Και κάποιος θα φανταζόταν, ότι
επειδή πλέον η τεχνολογία είναι τόσο προηγμένη, θα χρειαζόταν
μια πολύ ευφάνταστη συγκυρία για να οδηγήσει στην απελευθέρωση αυτού του δεινοσαύρου. Κι όμως, ακόμα και εκεί καταφέρνουν να αποτύχουν. Επιπλέον, ποιος λογικός άνθρωπος έχει ομάδα S.W.A.T., την οποία βάζει να κυνηγήσει το πιο επικίνδυνο πλάσμα πάνω στον πλανήτη με μεγάλα αγκίστρια και ηλεκτροφόρα όπλα. Να θυμίσω, ότι δεν πρόκειται για το αδέσποτο του νησιού, αλλά για έναν τεράστιο σαρκοβόρο θηρευτή. Δυστυχώς, θα βρείτε άπειρα λογικά λάθη, με βασικότερο την επαναλειτουργία ενός πάρκου, όπου πριν από δύο δεκαετίες κυκλοφορούσαν αδέσποτοι δεινόσαυροι και τρώγανε τον κόσμο που δούλευε εκεί.
Για να μην φανώ, όμως, υπερβολική οφείλω να τονίσω και τα θετικά στοιχεία της ταινίας. Εκτός από τον Chris Pratt, μου άρεσαν και τα εφέ. Φαντασμαγορικές εικόνες και πολύ ρεαλιστικές σκηνές. Ειδικά τα τελευταία 30 λεπτά θα σας αφήσουν με το στόμα
ανοιχτό. Ωστόσο, καταλαβαίνεις, ότι πρόκειται για CGI και αντιλαμβάνεσαι την απουσία ρεαλισμού που προσέδιδαν τα animatronics του Stan Winston. Τέλος, αυτό που λάτρεψα, ήταν ότι μου δόθηκε η ευκαιρία να απολαύσω το υπέροχο κλασικό soundtrack του John Williams σε κινηματογραφική αίθουσα. Για να είμαι ειλικρινής, ήταν από τα λίγα στοιχεία που σε έκαναν να καταλάβεις, ότι βλέπεις ταινία του συγκεκριμένου franchise.
Συνοψίζοντας: Αν περιμένεις να δεις κάτι ανάλογο των πρώτων δύο ταινιών θα απογοητευτείς οικτρά. Αν όμως είσαι φαν του όλου θέματος θα σου αρέσει. Είναι μια σύγχρονη (χειρότερη) εκδοχή της αρχικής ταινίας, που θα οδηγήσει πολύ κόσμο στις κινηματογραφικές αίθουσες, εξαιτίας της νοσταλγίας που νιώθουν για τις πρώτες ταινίες. Επίσης, είναι κάπως σπάνιο γεγονός να έχεις την ευκαιρία να δεις στο σινεμά μια ταινία ενός franchise που αγαπάς (βλέπε την επιτυχία του Hobbit και όλων των άλλων σύγχρονων συνεχειών), γι' αυτό και θα πας να την δεις
. Θα διασκεδάσεις, αλλά μέχρι εκεί. Εσείς που το ψάχνεται λίγο παραπάνω, θα απογοητευτείτε με τα άπειρα λογικά λάθη και το πολύ κακογραμμένο και πρόχειρο σενάριο. Σχεδόν όλοι οι χαρακτήρες θα σας απογοητεύσουν, ενώ σε ορισμένα σημεία θα νιώσετε ότι οι δεινόσαυροι μοιάζουν λίγο ψεύτικοι. Προσωπικά απόλαυσα πολύ την ερμηνεία του Chris Pratt. Συγχαρητήρια και στην Bryce Dallas Howard που έτρεχε σαν τον Usain Bolt στα λαγκάδια και στις λάσπες με το στιλέτο. Ελπίζω στην επόμενη ταινία που ετοιμάζουν να μας πει κάποιος, γιατί, μετά από όλα όσα έχουν γίνει ο κόσμος
εξακολουθεί να πηγαίνει σε αυτά τα πάρκα... Τέλος θα το εκτιμούσα ιδιαιτέρως αν συνόδευαν αυτήν την απάντηση με λιγότερα κλισέ απ’ ότι εδώ. Διασκεδαστικό, αλλά μέχρι εκεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου