Σάββατο 29 Νοεμβρίου 2014

Fury (2014)





Οι πολεμικές ταινίες (ειδικά όταν βασίζονται και σε πραγματικά γεγονότα) είναι κάτι που δεν θες να χάσεις. Με αυτή την διάθεση λοιπόν πήγα να δω το «Fury», το οποίο έχει σκηνοθετήσει και γράψει ο David Ayer, ο σκηνοθέτης του Sabotage, Street Kings, Harsh Times και προσεχώς του Suicide Squad. Αν και δεν ξετρελάθηκα με τις προηγούμενες ταινίες του μπορώ να πω, ότι η συγκεκριμένη μου άρεσε πραγματικά πολύ, σε ορισμένα σημεία.

Τοποθετούμαστε στην Γερμανία τον Απρίλιο του 1945, λίγους μήνες πριν τελειώσει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος.  Η ταινία ξεκινά δείχνοντας ένα πεδίο μάχης, γεμάτο τανκ και νεκρούς. Καταλαβαίνουμε ότι μόνο ο Don «Wardaddy» Collier (Brad Pitt) και η ομάδα του έχουν επιβιώσει και παραμένουν μέσα στο τανκ τους, που ονομάζεται «Fury». Ήδη από τα πρώτα λεπτά της ταινίας παρουσιάζονται οι πρωταγωνιστικοί χαρακτήρες, σκληροί, απάνθρωποι, μπάσταρδοι και ανεπανόρθωτα τραυματισμένοι από την αποτρόπαια πραγματικότητα του πολέμου. Η ομάδα του Brad Pitt απαρτίζεται από τον θρήσκο Boyd «Bible» Swan (Shia LaBeouf) που είναι υπεύθυνος για τα όπλα, τον οδηγό του τανκ Trine «Gordo» Garcia (Michael Peña), και τον αντιπαθέστατο χωριάτη Grady «Coon-Ass» Travis (Jon Bernthal) που έχει αναλάβει τα πυρομαχικά. Αν και για δύο από τους προαναφερθέντες κυρίους δεν τρέφω ιδιαίτερα θετικά συναισθήματα, οφείλω να ομολογήσω ότι πραγματικά είχαν επιλεγεί ένας προς έναν, καθώς ήταν όλοι τους εξαιρετικοί. Ειδικά ο Shia LaBeouf και ο Jon Bernthal με άφησαν με το στόμα ανοικτό. Όσο για τον Brad Pitt, θέλω να πω, ότι ο άνθρωπος αποδεικνύει περίτρανα για μια ακόμη φορά ότι είναι ένας εξαιρετικός ηθοποιός(!) και ένας άψογος επαγγελματίας. Την πεντάδα έρχεται να ολοκληρώσει ο νεοσύλλεκτος Norman Ellison (Logan Lerman). Ένα παιδί που δεν προοριζόταν για μάχη, αλλά ο αμερικανικός στρατός λόγω έλλειψης στρατιωτών τον τοποθετεί σαν βοηθό οδηγού στο τανκ του Wardaddy. Τρομοκρατημένος φυσικά, καθώς μοναδική του ικανότητα είναι να δαχτυλογραφεί 60 λέξεις το λεπτό, έρχεται αντιμέτωπος με μια μεγαλύτερη  φρίκη, τον Don Collier και τους άντρες του. Ανίκανος να σκοτώσει άλλο ανθρώπινο ον,  αναγκάζει τον Collier να τον φέρει στα (ηθικά) του όρια. Πολύ καλός και ο Logan Lerman, που αν και τον έχω συνδέσει με τελείως διαφορετικού είδους ρόλους, μπορώ να πω πως εδώ δείχνει τον πιο ώριμο εαυτό του αποδίδοντας με ωραίο τρόπο τον νεαρό φοβισμένο Norman.


Η όλη ιστορία της ταινίας είναι η αποστολή της οποίας ηγείται ο Collier. Αυτός ως ηγέτης της διμοιρίας θα πρέπει να οδηγήσει τους στρατιώτες σε εχθρικό έδαφος, όπου είναι αναγκαία η παρουσία τους. Το ότι είναι πολύ λιγότεροι και διαθέτουν πολύ λιγότερα όπλα σε σχέση με τον γερμανικό στρατό, δεν τους εμποδίζει να εκτελέσουν την διαταγή που τους δόθηκε… να χτυπήσουν την ναζιστική Γερμανία στην καρδιά της. Όπως λοιπόν γίνεται αντιληπτό η ταινία δεν αφορά τόσο τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο σαν γεγονός, αλλά την περιπέτεια των ανδρών αυτών με φόντο τον πόλεμο.

Όπως προανέφερα οι χαρακτήρες, αλλά και οι ηθοποιοί που τους υποδύονται είναι εξαιρετικοί. Έχοντας χάσει την ανθρωπιά τους, όντας βάρβαροι και σκληροί, δεν μπορείς παρά να τους σιχαθείς. Παράλληλα τους καταλαβαίνεις και φυσικά δικαιολογείς το γιατί έγιναν έτσι.  Παρ’όλα αυτά δεν ενδιαφέρεσαι για την μοίρα τους, δεν αγωνιάς για το τι θα απογίνουν, καθώς δεν σε κάνουν να συγκινηθείς μαζί τους, ίσως γιατί δεν ξέρεις τίποτα για τα άτομα αυτά όσο ήταν ακόμα πραγματικά άνθρωποι και όχι στρατιώτες.

Σαν ταινία δεν μπορείς να πεις ότι είναι τίποτα το σπουδαίο ως προς το σενάριο. Ωστόσο η σκηνοθεσία, οι σκηνές μάχης και ο διάλογος που γίνεται ανάμεσα στους χαρακτήρες σε στέλνουν. Επομένως κάποιος θα μπορούσε να την θεωρήσει καλή για τους λόγους αυτούς και θα μπορούσε επίσης να μου πει ότι φάσκω και αντιφάσκω. Ωστόσο θα απαντήσω λέγοντας ότι δεν διατηρήθηκε η επιθυμητή ένταση καθ’όλη την διάρκεια της. Υπήρχαν σκηνές μάχης και διαλόγου που σε έκαναν να ανατριχιάσεις, στοιχεία που συνέβαλαν με αριστουργηματικό τρόπο στο στήσιμο της ατμόσφαιρας και σε έκαναν να νιώσεις την φρίκη του πόλεμου, σου προκαλούσαν αηδία (να τι κάνει η μεγάλη παραγωγή). Αν λοιπόν η ταινία κατάφερνε να διατηρήσει αυτήν την αίσθηση καθ’όλη την διάρκεια των δύο ωρών της, τότε (ναι!) θα την χαρακτήριζα ταινιάρα. Αν και διαθέτει απίστευτα πλάνα, εξαιρετικές ερμηνείες και μηνύματα, δυστυχώς κάτι λείπει. Κατά την άποψη μου το βασικό πρόβλημα είναι η πλοκή. Επιπλέον παρ’ότι είχε διάφορα περίεργα (αίματα και σκοτωμούς) δεν ένιωσα ότι έβλεπα κάτι σκληρό. Αν κατάφερναν να κάνουν το κοινό να νιώσει την σκληρότητα, όχι να αηδιάσει, τότε θα είχαν πετύχει πραγματικά.


Συνοψίζοντας: το «Fury» είναι μια καλή ταινία με φόντο τον πόλεμο. Βασικός άξονας της είναι οι διμοιρία του Brad Pitt, οι σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ τους και η περιπέτεια τους λίγους μήνες πριν από την λήξη του πολέμου. Όλοι οι πρωταγωνιστές δίνουν εξαιρετικές ερμηνείες, σε σημείο μάλιστα που θεωρείς, ότι η ταινία θα «έχανε» αν κάποιος από αυτούς δεν υπήρχε. Με εκπληκτικές σκηνές δράσεις και εξαιρετικά δυνατούς διαλόγους και μηνύματα σίγουρα θα σε κάνει να σκεφτείς για τον πόλεμο και το αντίκτυπο που έχει στην ανθρώπινη φύση. Από αυτήν την άποψη η ταινία είναι πολύ καλή. Ωστόσο δεν νιώθεις το δέος και την φρίκη που κατάφεραν άλλες πολεμικές ταινίες να σου προκαλέσουν. Αν λοιπόν το κατάφερνε αυτό και είχε μια πλοκή καλύτερη, πιο ενδιαφέρουσα, τότε θα ήταν κορυφή. Το γεγονός όμως αυτό, δεν σημαίνει, ότι δεν είναι μια καλή ταινία, εξαιρετικά σκηνοθετημένη, που αξίζει να δεις! 



Πηνελόπη Χούνδρη 



To trailer του "Fury": 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου