Κυριακή 15 Νοεμβρίου 2015

The Lobster (2015)





Τον Λάνθιμο οι περισσότεροι τον μάθαμε από τον Κυνόδοντα, την ταινία που πήγε την Ελλάδα μετά από δεν ξέρω γω πόσα χρόνια στα όσκαρ, στην κατηγορία της καλύτερης ξενόγλωσσης. Παρόλ’ αυτά ήμασταν οι πρώτοι που τον κατακρίναμε και τον θάψαμε. Δεν λέω, ότι προσωπικά κατάλαβα απόλυτα περί τίνος επρόκειτο η συγκεκριμένη ταινία. Σαφώς ήταν ένα ασυνήθιστο και μέχρι ένα σημείο αποκρουστικό θέαμα, αλλά με τράβηξε. Με μαγνήτισε ακριβώς επειδή ήταν διαφορετικό. Δεν είχα συνηθίσει τέτοιες ταινίες και μάλιστα ήταν η πρώτη φορά που αισθάνθηκα, ότι έβλεπα «προχωρημένο» σινεμά. Και δεν σας κρύβω, ότι ένιωσα φοβερή περηφάνια για το γεγονός ότι μια ελληνική ταινία έφτασε τόσο μακριά. Έπρεπε να περάσουν αρκετά χρόνια για να καταλάβω την πραγματική αξία του εγχειρήματος με το όνομα «Κυνόδοντας». Και προτιμώ την λέξη εγχείρημα από την λέξη ταινία, γιατί πραγματικά ήταν εγχείρημα να γυριστεί κάτι τέτοιο στην Ελλάδα. Όπως λοιπόν καταλαβαίνετε μετά από τον εκτενή αυτόν πρόλογο, με το που άκουσα, ότι ο Λάνθιμος θα έκανε ξενόγλωσση ταινία και μάλιστα με τέτοιο καστ ήξερα ότι θα έτρεχα στο σινεμά να την δω πάση θυσία. Αυτό και έκανα…
Σε ένα δυστοπικό κοντινό μέλλον οι ελεύθεροι άνθρωποι, είτε άνδρες, είτε γυναίκες, σύμφωνα με τους νόμους της (ανώνυμης) πόλης τους, στέλνονται στο ξενοδοχείο. Εκεί είναι υποχρεωμένοι να βρουν τον ερωτικό τους παρτενέρ μέσα σε ένα διάστημα 45 ημερών, διαφορετικά θα μεταμορφωθούν σε ένα ζώο της επιλογής τους και θα αφεθούν στο δάσος. Παρακολουθούμε λοιπόν, την ιστορία του David (Colin Farell), ο οποίος μετά από τον χωρισμό με την γυναίκα του, θα μετακομίσει στο ξενοδοχείο, όπου και θα παραμείνει για 45 μέρες. Μετά το πέρας τον 45 ημερών, αν δεν έχει βρει το ταίρι του, θα μεταμορφωθεί σε ζώο και συγκεκριμένα στο ζώο της επιλογής του, τον αστακό. 

Προτού παραθέσω την γνώμη μου πρέπει να ξεκαθαρίσω κάτι: Πλέον είναι πολύ εύκολο το να θεωρηθεί το οτιδήποτε τέχνη. Κατανοώ, ότι δεν είναι όλα για όλους και ότι τα γούστα των ανθρώπων διαφέρουν σημαντικά μεταξύ τους. Ο Λάνθιμος δεν είναι απλά ένας δημιουργός ταινιών. Είναι ένας πρωτοπόρος, με ιδιαίτερη αισθητική και οπτική.  Καθένας μπορεί να τον παρακολουθήσει, αλλά λίγοι θα τον εκτιμήσουν. Ωστόσο οφείλουμε όλοι να σεβαστούμε έναν δημιουργό που κατάφερε να εξελιχθεί και να αναδειχθεί σε παγκόσμιο επίπεδο κάνοντας ξεχωριστές ταινίες και μάλιστα ξεκινώντας από μια χώρα που δεν φημίζεται για την πληθώρα των ευκαιριών που προσφέρει, ειδικά στον συγκεκριμένο χώρο. 

Ο Γιώργος Λάνθιμος και ο σεναριογράφος Ευθύμης Φιλίππου δημιουργούν για μια ακόμη φορά έναν κόσμο τόσο διαφορετικό και μακρινό από τον δικό μας, ο οποίος όμως μοιάζει τόσο ίδιος. Καταφέρνουν και πάλι να παρουσιάσουν μια πραγματικότητα στην υπερβολή της, με τρόπο που αρχικά μοιάζει εξοργιστικός, αλλά τελικά είναι αρκετά κοντά στο τι συμβαίνει στην κοινωνία μας. Σαφώς και δεν υπάρχουν ξενοδοχεία, όπου μεταφέρονται οι ελεύθεροι για να ζευγαρώσουν, ούτε θα μετατραπεί κάποιος σε ζώο, αν δεν καταφέρει να βρει ταίρι σε 45 μέρες. Σκεφτείτε το όμως λίγο διαφορετικά: από πολύ μικρή ηλικία οι οικογένεια, το σχολείο, η κοινωνία μας μαθαίνουν, ότι όλοι θα βρούμε κάποια μέρα το ζευγάρι μας (κατά προτίμηση του άλλου φύλου) και απώτερος σκοπός μας είναι να συνεχίσουμε το ανθρώπινο είδος και να δημιουργήσουμε οικογένεια. Οποιαδήποτε απόκληση από αυτό το πρότυπο είναι κατακριτέα και περιθωριοποιείται (σαν αυτούς που δεν βρίσκουν ταίρι και μετατρέπονται σε ζώα). Ας πάρουμε για παράδειγμα κάθε άνθρωπο που η σεξουαλική του ταυτότητα δεν είναι «ετεροφυλόφιλος/η»… περιθωριοποιείται. Μοναχικοί άνθρωποι… περιθωριοποιούνται. Χωρισμένοι άνθρωποι… περιθωριοποιούνται. Μόνοι (χωρίς ζευγάρι)… περιθωριοποιούνται. Δέχομαι, ότι πλέον αυτό το μοτίβο έχει αρχίσει να αλλάζει και η κοινωνία έχει αρχίσει να αποδέχεται όλες αυτές τις κατηγορίες ανθρώπων, ωστόσο η διαδικασία αποδοχής είναι αργή και βρίσκεται ακόμη στα πρώτα της στάδια. Αυτό λοιπόν που καταφέρνουν με ευφυέστατο τρόπο να κάνουν τα δύο αυτά μυαλά, είναι να δημιουργήσουν μια φαινομενικά ακραία μεταφορά για το τι συμβαίνει στην κοινωνία μας, η οποία θα καταφέρει να μας προβληματίσει σημαντικά για το συγκεκριμένο κάθε φορά θέμα, εδώ την αγάπη. 

Ο Ευθύμης Φιλίππου μεγαλουργεί και πάλι, δημιουργώντας ένα πανέξυπνο, ειρωνικό, αστείο και εξίσου ρομαντικό σενάριο, το οποίο αποτελεί ξεκάθαρα τροφή για σκέψη. Ο κάθε χαρακτήρας διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο για την εξέλιξη τη πλοκής. Ουσιαστικά, αν αφαιρέσουμε έστω και έναν χαρακτήρα η απώλειά θα γίνει αισθητή. Ακόμα και οι πιο μικροί χαρακτήρες (δηλ. όχι οι πρωταγωνιστικοί) προσφέρουν σημαντικά στην ταινία. Ακόμα και το περιβάλλον στο οποίο επέλεξαν να κάνουν τα γυρίσματα υπογραμμίζει το θέμα της ταινίας. Μόνο καλά λόγια έχω να πω γι’ αυτό το σενάριο, αυτόν τον κόσμο και τους χαρακτήρες που δημιουργεί ο Φιλίππου. Δεν θα ξαφνιαζόμουν καθόλου αν έβλεπα το όνομα τους στους υποψηφίους για πρωτότυπο σενάριο ταινίας στα φετινά βραβεία όσκαρ. Εξάλλου έχει ήδη προταθεί για τον Αστακό στα Ευρωπαϊκά Βραβεία Κινηματογράφου. Πραγματικά εξαιρετική δουλειά. 

Προχωρώ στον Λάνθιμο, ο οποίος και πάλι κατασκευάζει έναν κόσμο, τον οποίο και οι ίδιοι οι ηθοποιοί δεν μπορούσαν παρά να αποκαλέσουν «εξαιρετικά ακριβή». Απέδειξε πως η διαφορά κρύβεται στην λεπτομέρεια, καθώς δημιούργησε μικρά αντικείμενα, όπως ένα μενού επιλογών που διαβάζει η καμαριέρα στην αρχή της ταινίας. Για την διάρκεια των γυρισμάτων οι συντελεστές της ταινίας ζούσαν στον κόσμο που αυτός δημιούργησε. Σκοπός του και πάλι είναι να νιώσουν οι ηθοποιοί, ότι είναι πραγματικά οι χαρακτήρες της ταινίας, να βιώσουν, δηλαδή εξαιρετικά άμεσα τον κόσμο στον οποίο ζουν οι φανταστικοί χαρακτήρες. Αυτό φαίνεται να το κατάφερε, όπως δήλωσε όλο το καστ στην συνέντευξη τύπου στις Κάννες. 

Το σινεμά που κάνει ο Λάνθιμος είναι μοναδικό από κάθε άποψη. Αυτό φάνηκε ιδιαίτερα στην συγκεκριμένη ταινία, καθώς ενώ επρόκειτο για μια σαφέστατα μεγαλύτερη παραγωγή απ’ ότι έχει κάνει στο παρελθόν δεν άλλαξε καθόλου το στιλ του, δεν αλλοιώθηκε. Διατήρησε τον απίστευτα ρεαλιστικό τόνο που έχουν οι ταινίες του. Βλέπουμε και εδώ την ωμότητα που είδαμε στις προηγούμενες ταινίες του, την οποία εξασφαλίζει γυρίζοντας υπό το φυσικό φως, χωρίς εφέ, πολύ μακιγιάζ, πληθωρική μουσική επένδυση κ.λ.π. Ακόμα και οι ηθοποιοί δεν δίνουν συνηθισμένες ερμηνείες. Προσωπικά τρελαίνομαι για αυτήν την αισθητική. Μ’ αρέσει που απογυμνώνονται οι χαρακτήρες και οι καταστάσεις. Λατρεύω την ειλικρίνεια και τον ρεαλισμό του, γιατί λέει πολλά χωρίς βερμπαλισμούς και δείχνει ακόμη περισσότερα χωρίς τα εξωφρενικά μέσα που χρησιμοποιούν άλλοι. Είναι η επιβεβαίωση του «μέτρον ἄριστον» και του «τὸ λακωνίζειν ἐστιν φιλοσοφεῖν». Τα παραπάνω στοιχεία είναι εξαιρετικά σημαντικά, καθώς έχουν ως αποτέλεσμα την δημιουργία προβληματισμού στο θεατή και την δυνατότητα πολλαπλής ερμηνείας ακόμη και από το ίδιο άτομο μετά από κάθε προβολή. 

Λίγα πράγματα μου έμειναν να πω για τους τεχνικούς τομείς. Επιλέγω να ξεκινήσω από την φανταστική φωτογραφία (Θύμιος Μπακατάκης). Προηγουμένως ανέφερα, ότι χρησιμοποιήθηκαν ελάχιστα τεχνητά φώτα στην ταινία, καθώς αξιοποιήθηκε ο φυσικός φωτισμός, είτε κατά την διάρκεια της ημέρας, είτε κατά την διάρκεια της νύχτας. Το αποτέλεσμα ήταν απίθανο, καθώς υπάρχουν πλάνα τόσο φυσικά και όμορφα, τα οποία μάλιστα καθιστούν το περιβάλλον (φυσικό ή τεχνητό) χαρακτήρα στην ταινία. Συμβάλλουν σημαντικά στην ατμόσφαιρα και κυρίως το ύφος της ταινίας. Πανέμορφο αποτέλεσμα. Όπως εξαιρετικά σημαντική ήταν και η μετρημένη μουσική επένδυση ορισμένων σκηνών της ταινίας. Ακούστηκαν κάποια κομμάτια κλασικής μουσικής και τρία τραγούδια εκ των οποίων το ένα ήταν το «Από μέσα πεθαμένος» σε ερμηνεία της Δανάης Στρατηγοπούλου. Η σκηνή που επένδυε το συγκεκριμένο κομμάτι, σε συνδυασμό με αυτό, ήταν από τις ωραιότερες στιγμές που έχω δει σε ταινία. Πραγματικά σε συγκινεί βαθύτατα. Για το τέλος άφησα το μοντάζ (Γιώργος Μαυροψαρίδης) στο οποίο έχει γίνει επίσης δουλειά υψηλού επιπέδου. Αν και στον συγκεκριμένο τομέα οι γνώσεις μου είναι περιορισμένες, δεν μπορούσα παρά να παρατηρήσω την ομαλότητα με την οποία μεταφερόμασταν από την μια σκηνή στην άλλη και την απίστευτη συνοχή της ταινίας. Εν ολίγοις θέλω πολύ να δω τα παραπάνω ονόματα να φιγουράρουν σε υποψηφιότητες βραβείων, καθώς πραγματικά η δουλειά τους το αξίζει! 

Φτάσαμε αισίως αισίως στις ερμηνείες, οι οποίες είναι και πολλές και καλές! O Colin Farrell ως David δίνει μια πολύ διαφορετική ερμηνεία από αυτές που τον έχουμε συνηθίσει. Εξαιρετικά μονότονος χωρίς συναισθηματικές εκρήξεις και με ελάχιστες συναισθηματικές διακυμάνσεις ταιριάζει γάντι στον Λανθιμικό κόσμο. Αν και η ερμηνεία του, όπως όλων των ηθοποιών ήταν εξαιρετικά μινιμαλιστική, έκρυβε μια ευαισθησία και μια υποτυπώδη νοσταλγία. Προσωπικά θεωρώ, ότι ήταν φανταστικός και η ερμηνεία του βρίσκεται ξεκάθαρα σε πολύ ανώτερο επίπεδο απ’ ότι μας έχει συνηθίσει. Μπορεί ο χαρακτήρας του, όπως και όλοι οι άλλοι, να μοιάζει άβολος και όχι τόσο ανθρώπινος με μια πρώτη ματιά, ωστόσο υπενθυμίζω κάτι που ανέφερα πριν, ότι δηλαδή μετράνε πολύ οι λεπτομέρειες. Η Rachel Weisz την οποία γνωρίζουμε σαν  «Short Sighted Woman» (γυναίκα με μυωπία) και λειτουργεί και ως αφηγήτρια κινείται στο ίδιο πλαίσιο με τον Farrell. Σκόπιμα χαμηλών τόνων ερμηνεία, με εκκωφαντική απουσία εκρήξεων, ειδικά σε ορισμένα σημεία, η οποία κρύβει μια φοβερή ευαισθησία και λεπτότητα. Στο πρόσωπό της διαγράφεται μια πραγματικά ρομαντική φύση και μια πολύ γλυκιά, ακόμη και για τα δεδομένα της ταινίας, παρουσία. Η Léa Seydoux υποδύεται μια άκαρδη αρχηγική φιγούρα, η οποία μόνο αντιπαθητική μπορεί να χαρακτηριστεί. Γι’ αυτό εξάλλου θεωρώ, ότι πέτυχε ερμηνευτικά το επιθυμητό αποτέλεσμα. Ιδεαλίστρια σε εγκληματικό σημείο και εξαιρετικά αδίστακτη. Κατ’ εμέ ο συγκεκριμένος χαρακτήρας θα μπορούσε άνετα να αποτελεί μεταφορά για την κοινωνία. Αυτή που ξεχώρισε όμως, ήταν η Αγγελική Παπούλια στον ρόλο της «Heartless Woman», δηλαδή της άκαρδης γυναίκας. Η ερμηνεία της ήταν ο ορισμός της απάθειας. Από το βλέμμα της μέχρι και την ομιλία της απουσίαζε κάθε ίχνος συναισθήματος. Ήταν λες και παρακολουθούσες ρομπότ να μιλάει. Μάλιστα ο Farrell εξήγησε πως όταν την είχε πρωτογνωρίσει την είχε θεωρήσει «τρομακτική» φυσιογνωμία, αργότερα όμως τον συνεπήρε το πόσο ξεχωριστή και γλυκιά ήταν. Προσωπικά με «φρίκαρε» πάρα πολύ ο χαρακτήρας της γι’ αυτό και θεωρώ ότι έκανε εξαιρετική δουλειά… Ακολουθούν ο John C. Reilly, τον οποίον δεν περίμενα να δω σε τέτοια ταινία. Μπορώ μάλιστα να πω, ότι με εξέπληξε θετικά και απόλαυσα την παρουσία του. Αυτός που μου άρεσε εξίσου πολύ και ίσως να ήταν ο πιο «εκρηκτικός» και «αντιδραστικός» χαρακτήρας της ταινίας ήταν ο Κουτσός Άνδρας, τον οποίον υποδυόταν ο Ben Whishaw. Τέλος απόλαυσα και την πανέμορφη Ariane Labed στον ρόλο τη καμαριέρας.

Συνοψίζοντας: Το «The Lobster» πρόκειται για μια εξαιρετική, υψηλού επιπέδου ταινία, την οποία θα δουν πολύ, αλλά θα καταφέρει να συγκινήσει λίγους. Αυτό δεν το λέω σαν μειονέκτημα ούτε υποστηρίζω ότι οι «λίγοι» είναι οι εκλεκτοί. Ωστόσο πρόκειται για μια ταινία με πολύ ιδιαίτερη οπτική και ένα σενάριο το οποίο δεν θα εκτιμήσουν όλοι. Μιλά για την αγάπη, την κοινωνία και τον άνθρωπο. Δεν έχει τοπικά, χρονικά και εθνικά όρια. Το θέμα της αφορά τους πάντες (Δείτε ότι δεν έχουν καν ονόματα οι περισσότεροι χαρακτήρες)! Πρόκειται για ένα θέαμα με μεγάλη λεπτότητα συναισθημάτων. Είναι ευαίσθητο, ρομαντικό και πανέμορφο. Η δουλειά που έχει γίνει σε όλου τους τομείς είναι φανταστική, γι’ αυτό και η ταινία «δένει» με τέτοιο τρόπο. Προβληματίζει τον θεατή για σημαντικά θέματα και παράλληλα επιτρέπει την πολλαπλή ερμηνεία της. Μπορεί εγώ κι εσύ να έχουμε ερμηνεύσει τελείως διαφορετικά την ταινία και να έχουμε και οι δύο εξίσου «δίκιο». Σας ενθαρρύνω να την δείτε, έχοντας πάντα στο μυαλό σας, ότι δεν πρόκειται για σινεμά διασκέδασης, αλλά ψυχαγωγίας. Μπορεί τελικά να μην σας αρέσει, αλλά θα έχετε κερδίσει κάτι βλέποντάς την. Ας μην ξεχνάμε εξάλλου, ότι δεν χρειάζεται να μας αρέσει κάτι για να εκτιμήσουμε την αξία του.



Πηνελόπη Χούνδρη 




IMDb: http://www.imdb.com/title/tt3464902/?ref_=nv_sr_1
Facebook: https://www.facebook.com/tainiodifis/
To trailer του "The Lobster":



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου